Λιθίαση Ουρητήρα
Τί είναι η Λιθίαση Ουρητήρα;
Η λιθίαση ουρητήρα είναι μια πάθηση κατά την οποία σχηματίζονται πέτρες στους ουρητήρες, τους λεπτούς σωλήνες που μεταφέρουν τα ούρα από τους νεφρούς στην ουροδόχο κύστη. Οι πέτρες αυτές, που αποτελούνται συνήθως από άλατα και μέταλλα, μπορούν να προκαλέσουν απόφραξη του ουρητήρα, οδηγώντας σε έντονο πόνο (νεφρικός κολικός), αιματουρία (αίμα στα ούρα) και δυσκολία στην ούρηση. Ανάλογα με το μέγεθος και τη θέση της πέτρας, η θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει φαρμακευτική αγωγή για την αποβολή της πέτρας, λιθοτριψία (κατακερματισμός πέτρας) ή χειρουργική αφαίρεση.
Αίτια και Παράγοντες Κινδύνου Λιθίασης Ουρητήρα
Η λιθίαση ουρητήρα, που προκαλείται από τη μετακίνηση λίθων από τους νεφρούς στους ουρητήρες, μπορεί να οφείλεται σε διάφορους παράγοντες που προάγουν τη δημιουργία λίθων στο ουροποιητικό σύστημα. Η κατανόηση των αιτιών και των παραγόντων κινδύνου είναι σημαντική για την πρόληψη και τη σωστή διαχείριση της κατάστασης.
1. Αίτια Λιθίασης Ουρητήρα
Οι κύριες αιτίες που οδηγούν στον σχηματισμό λίθων στους ουρητήρες περιλαμβάνουν:
- Αφυδάτωση: Η ανεπαρκής πρόσληψη υγρών αυξάνει τη συγκέντρωση των ουσιών στα ούρα που μπορεί να σχηματίσουν λίθους, όπως το ασβέστιο, το οξαλικό οξύ και το ουρικό οξύ. Η συγκέντρωση αυτών των ουσιών οδηγεί στη δημιουργία κρυστάλλων που σχηματίζουν πέτρες.
- Υπερβολικές ποσότητες ορισμένων μετάλλων στα ούρα: Αυξημένα επίπεδα ασβεστίου, οξαλικών ή ουρικού οξέος στα ούρα μπορούν να συμβάλουν στο σχηματισμό λίθων. Αυτό μπορεί να συμβεί για διάφορους λόγους:
- Υπερασβεστιουρία: Αυξημένες ποσότητες ασβεστίου στα ούρα, που μπορεί να οφείλονται σε διατροφικούς παράγοντες, φάρμακα ή γενετικές αιτίες.
- Υπεροξαλουρία: Υψηλά επίπεδα οξαλικών στα ούρα, που μπορεί να προκύψουν από την κατανάλωση τροφών πλούσιων σε οξαλικά, όπως το σπανάκι και η σοκολάτα.
- Διατροφικοί παράγοντες: Μια διατροφή πλούσια σε αλάτι, ζωική πρωτεΐνη και τροφές με υψηλή περιεκτικότητα σε οξαλικά αυξάνει τον κίνδυνο σχηματισμού λίθων. Το αλάτι αυξάνει την απέκκριση ασβεστίου στα ούρα, ενώ η κατανάλωση ζωικής πρωτεΐνης αυξάνει τα επίπεδα ουρικού οξέος.
- Ουρολοιμώξεις (UTIs): Ορισμένα βακτήρια που προκαλούν ουρολοιμώξεις μπορούν να επηρεάσουν τη χημική σύσταση των ούρων, οδηγώντας στο σχηματισμό λίθων στρουβίτη, που αναπτύσσονται γρήγορα και μπορεί να είναι αρκετά μεγάλοι.
- Λίθοι από ουρικό οξύ: Καταστάσεις όπως η ουρική αρθρίτιδα, που προκαλεί υψηλά επίπεδα ουρικού οξέος, μπορεί να οδηγήσουν στον σχηματισμό λίθων ουρικού οξέος, ειδικά όταν τα ούρα είναι πολύ όξινα.
- Οικογενειακό ιστορικό ή γενετικοί παράγοντες: Άτομα με οικογενειακό ιστορικό λίθων στα νεφρά είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν λίθους λόγω κληρονομικών μεταβολικών διαταραχών που επηρεάζουν τη χημική σύσταση των ούρων.
2. Παράγοντες Κινδύνου για Λιθίαση Ουρητήρα
Οι παρακάτω παράγοντες αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης λίθων στους ουρητήρες:
- Χαμηλή πρόσληψη υγρών: Η κατανάλωση μικρών ποσοτήτων νερού ή η διαβίωση σε ζεστά κλίματα αυξάνει τον κίνδυνο αφυδάτωσης, οδηγώντας σε πιο συμπυκνωμένα ούρα και σχηματισμό λίθων.
- Ηλικία και φύλο: Οι άνδρες είναι πιο επιρρεπείς στην ανάπτυξη λίθων από τις γυναίκες, ενώ η κατάσταση εμφανίζεται συχνότερα μεταξύ των ηλικιών 30 και 50.
- Παχυσαρκία: Η παχυσαρκία σχετίζεται με αλλαγές στη χημική σύσταση των ούρων, που αυξάνουν τον κίνδυνο σχηματισμού λίθων, λόγω αυξημένης απέκκρισης ασβεστίου και ουρικού οξέος.
- Γαστρεντερικές παθήσεις: Καταστάσεις όπως η νόσος του Crohn, η ελκώδης κολίτιδα ή χειρουργικές επεμβάσεις όπως η γαστρική παράκαμψη αυξάνουν την απορρόφηση οξαλικών, με αποτέλεσμα τον σχηματισμό λίθων.
- Χρόνιες παθήσεις:
- Διαβήτης και μεταβολικό σύνδρομο: Αυτές οι καταστάσεις μπορούν να επηρεάσουν τη σύνθεση των ούρων, αυξάνοντας την πιθανότητα σχηματισμού λίθων, ιδιαίτερα από ουρικό οξύ.
- Υπερπαραθυρεοειδισμός: Η υπερβολική παραγωγή παραθορμόνης αυξάνει τα επίπεδα ασβεστίου στο αίμα και τα ούρα, προάγοντας τον σχηματισμό λίθων.
- Φάρμακα: Ορισμένα φάρμακα, όπως τα διουρητικά, τα αντιόξινα που περιέχουν ασβέστιο και τα φάρμακα για την επιληψία, μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο σχηματισμού λίθων λόγω αλλαγών στη χημική ισορροπία των ούρων.
- Ακινησία ή καθιστικός τρόπος ζωής: Η παρατεταμένη ακινησία ή η έλλειψη σωματικής δραστηριότητας μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των επιπέδων ασβεστίου στα ούρα, κάτι που ενισχύει τον κίνδυνο σχηματισμού λίθων.
Συμπέρασμα:
Η λιθίαση ουρητήρα προκαλείται κυρίως από ανισορροπία των ουσιών που σχηματίζουν κρυστάλλους στα ούρα, όπως το ασβέστιο, το οξαλικό οξύ και το ουρικό οξύ. Παράγοντες όπως η αφυδάτωση, η διατροφή, οι υποκείμενες παθήσεις και ο τρόπος ζωής αυξάνουν τον κίνδυνο. Η κατανόηση αυτών των αιτίων και παραγόντων είναι σημαντική για την πρόληψη και τη σωστή διαχείριση της λιθίασης.
Σημεία και Συμπτώματα Λιθίασης Ουρητήρα
Η λιθίαση ουρητήρα, που προκαλείται από την παρουσία λίθων στους ουρητήρες, μπορεί να οδηγήσει σε έντονα συμπτώματα, ανάλογα με το μέγεθος και τη θέση του λίθου. Τα κύρια σημεία και συμπτώματα περιλαμβάνουν:
1. Οξύς, έντονος πόνος (Νεφρικός κολικός)
- Αιφνίδιος Άλγος: Ο έντονος πόνος είναι το πιο χαρακτηριστικό σύμπτωμα και εμφανίζεται συχνά ξαφνικά. Εντοπίζεται συνήθως στη μέση ή την πλάγια περιοχή της κοιλιάς και μπορεί να επεκτείνεται στην κάτω κοιλιακή χώρα ή τη βουβωνική χώρα, ανάλογα με τη θέση του λίθου στον ουρητήρα.
- Κoλικοειδές Άλγος: Ο πόνος συχνά έρχεται σε κύματα (κωλικοειδής πόνος) και μπορεί να διαρκέσει για λεπτά ή ώρες. Συμβαίνει όταν ο λίθος μετακινείται στον ουρητήρα, προκαλώντας ερεθισμό ή απόφραξη.
2. Αιματουρία (Αίμα στα ούρα)
- Αίμα στα ούρα: Η λιθίαση ουρητήρα μπορεί να προκαλέσει αιματουρία, που είναι ορατή (μακροσκοπική) ή μικροσκοπική, όταν τα ούρα εξετάζονται εργαστηριακά. Το αίμα στα ούρα προκύπτει από τραυματισμό του ουρητήρα καθώς ο λίθος κινείται.
3. Συμπτώματα από το ουροποιητικό σύστημα
- Συχνουρία: Οι πέτρες στον ουρητήρα μπορεί να προκαλέσουν έντονη επιθυμία για ούρηση, ακόμα κι αν τα ούρα είναι λίγα.
- Δυσκολία στην ούρηση: Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι ασθενείς μπορεί να αισθανθούν πόνο κατά την ούρηση (δυσουρία) λόγω της απόφραξης ή του ερεθισμού που προκαλεί ο λίθος.
- Ολιγουρία ή ανουρία: Εάν ο λίθος προκαλέσει πλήρη απόφραξη του ουρητήρα, μπορεί να μειωθεί σημαντικά η παραγωγή ούρων (ολιγουρία) ή να σταματήσει εντελώς (ανουρία), κάτι που είναι επείγουσα ιατρική κατάσταση.
4. Ναυτία και έμετος
- Η έντονη δυσφορία και ο πόνος λόγω της λιθίασης μπορεί να προκαλέσουν ναυτία και έμετο. Αυτό οφείλεται σε αντανακλαστικές αντιδράσεις του νευρικού συστήματος στον έντονο πόνο.
5. Πυρετός και ρίγη (Σημάδια λοίμωξης)
- Εάν ο λίθος προκαλέσει απόφραξη και επιπλοκές, όπως μόλυνση του ουροποιητικού συστήματος, μπορεί να εμφανιστεί πυρετός, ρίγη, και σημάδια γενικευμένης λοίμωξης. Αυτή η κατάσταση είναι επείγουσα και απαιτεί άμεση ιατρική παρέμβαση.
6. Φούσκωμα και πόνος στην κοιλιά
- Ορισμένοι ασθενείς μπορεί να εμφανίσουν πόνο ή φούσκωμα στην κοιλιά λόγω της απόφραξης του ουρητήρα ή της πίεσης που προκαλείται από τον λίθο.
7. Πόνος στην οσφυϊκή Περιοχή
- Ο πόνος μπορεί να ξεκινήσει στην οσφυϊκή περιοχή (μέση) και να επεκταθεί προς τα κάτω, λόγω της αντανάκλασης του πόνου από τον ουρητήρα στην πλάτη.
Πότε να ζητήσετε ιατρική βοήθεια:
Η λιθίαση ουρητήρα μπορεί να είναι εξαιρετικά επώδυνη και να προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές, όπως μόλυνση, νεφρική βλάβη ή πλήρη απόφραξη του ουρητήρα. Εάν εμφανιστούν συμπτώματα όπως έντονος πόνος, πυρετός, δυσκολία στην ούρηση ή αίμα στα ούρα, είναι απαραίτητο να ζητήσετε άμεσα ιατρική βοήθεια.
Διάγνωση της Λιθίασης Ουρητήρα
Η διάγνωση της λιθίασης ουρητήρα απαιτεί μια συνδυαστική προσέγγιση, η οποία περιλαμβάνει την ανάλυση των συμπτωμάτων, τη φυσική εξέταση και διάφορες διαγνωστικές εξετάσεις. Ο στόχος είναι να επιβεβαιωθεί η παρουσία λίθου, να εντοπιστεί η θέση του και να εκτιμηθεί η σοβαρότητα της απόφραξης. Ακολουθούν οι κύριες διαγνωστικές μέθοδοι:
1. Ιατρικό ιστορικό και κλινική εξέταση
Ο γιατρός θα ξεκινήσει με τη λήψη ενός λεπτομερούς ιατρικού ιστορικού και την αξιολόγηση των συμπτωμάτων. Οι βασικές ερωτήσεις αφορούν:
- Τον τύπο και την ένταση του πόνου (νεφρικός κολικός)
- Τυχόν συμπτώματα, όπως αίμα στα ούρα (αιματουρία), δυσκολία στην ούρηση ή ναυτία
- Οποιαδήποτε προηγούμενα περιστατικά νεφρολιθίασης ή οικογενειακό ιστορικό πέτρες στους νεφρούς ή ουρητήρες
Κατά τη διάρκεια της κλινικής εξέτασης, ο γιατρός μπορεί να πιέσει την κοιλιά ή την πλάτη του ασθενούς για να εντοπίσει περιοχές ευαισθησίας ή πόνου.
2. Εργαστηριακές εξετάσεις
Οι εργαστηριακές εξετάσεις βοηθούν στον εντοπισμό τυχόν επιπλοκών, όπως μολύνσεις ή αιματουρία, και στην αξιολόγηση της χημικής σύνθεσης των λίθων:
- Ανάλυση ούρων: Εξετάζεται δείγμα ούρων για τον εντοπισμό αίματος, λευκοκυττάρων (ένδειξη μόλυνσης) ή κρυστάλλων που μπορεί να συνδέονται με τη λιθίαση.
- Καλλιέργεια ούρων: Εάν υπάρχει υποψία λοίμωξης, η καλλιέργεια ούρων βοηθά στον εντοπισμό των βακτηρίων που μπορεί να ευθύνονται.
- Ανάλυση αίματος: Μια εξέταση αίματος μπορεί να ελέγξει τα επίπεδα κρεατινίνης και ουρίας, που δείχνουν τη νεφρική λειτουργία. Επίσης, μπορεί να ελέγξει για αυξημένα επίπεδα ασβεστίου ή ουρικού οξέος, τα οποία συνδέονται με το σχηματισμό λίθων.
3. Απεικονιστικές εξετάσεις
Οι απεικονιστικές εξετάσεις είναι βασικές για τον εντοπισμό της ακριβούς θέσης, του μεγέθους και του αριθμού των λίθων, καθώς και για την αξιολόγηση τυχόν απόφραξης ή βλάβης.
α. Απλή ακτινογραφία κοιλίας (Ν.Ο.Κ - Νεφρών, Ουρητήρων, Κύστεως)
- Αυτή η βασική ακτινογραφία μπορεί να αποκαλύψει μεγάλους λίθους, αλλά δεν είναι πάντα αξιόπιστη, καθώς ορισμένοι τύποι λίθων, όπως εκείνοι από ουρικό οξύ, δεν εμφανίζονται καλά στις ακτινογραφίες.
β. Υπερηχογράφημα
- Το υπερηχογράφημα είναι μια μη επεμβατική εξέταση, που χρησιμοποιείται συχνά για την αξιολόγηση της παρουσίας λίθων στους νεφρούς και των επιπλοκών, όπως η διάταση του ουρητήρα (υδρονέφρωση), που προκαλείται από την απόφραξη. Είναι ιδιαίτερα χρήσιμο σε εγκύους και άτομα που πρέπει να αποφύγουν την ακτινοβολία.
γ. Αξονική τομογραφία (CT) χωρίς σκιαγραφικό
- Η αξονική τομογραφία χαμηλής δόσης είναι η πιο αξιόπιστη και ευαίσθητη εξέταση για την ανίχνευση λίθων στον ουρητήρα και το ουροποιητικό σύστημα. Μπορεί να εντοπίσει ακόμη και μικρούς λίθους, να προσδιορίσει τη θέση τους, καθώς και να αξιολογήσει τυχόν επιπλοκές, όπως υδρονέφρωση ή απόφραξη. Είναι η εξέταση εκλογής στις περισσότερες περιπτώσεις.
δ. Ενδοφλέβια πυελογραφία (IVP)
- Η IVP χρησιμοποιεί σκιαγραφικό υλικό που εγχέεται στο αίμα, το οποίο στη συνέχεια αποβάλλεται μέσω των νεφρών και επιτρέπει την απεικόνιση του ουροποιητικού συστήματος με ακτινογραφίες. Αυτή η εξέταση έχει αντικατασταθεί σε μεγάλο βαθμό από την αξονική τομογραφία λόγω της ακρίβειάς της, αλλά εξακολουθεί να χρησιμοποιείται σε ορισμένες περιπτώσεις.
ε. Μαγνητική τομογραφία (MRI)
- Η μαγνητική τομογραφία χρησιμοποιείται σπάνια για τη διάγνωση της λιθίασης, αλλά μπορεί να είναι χρήσιμη για την αξιολόγηση της νεφρικής λειτουργίας ή όταν άλλες απεικονιστικές μέθοδοι δεν είναι κατάλληλες.
4. Ουροροομετρία και κυστεοσκόπηση
- Η ουροροομετρία μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη μέτρηση της ροής των ούρων, ειδικά εάν υπάρχουν υποψίες για απόφραξη.
- Η κυστεοσκόπηση επιτρέπει την άμεση παρατήρηση του ουροποιητικού συστήματος μέσω ενός λεπτού σωλήνα με κάμερα, που εισάγεται μέσω της ουρήθρας στην κύστη. Αυτή η εξέταση μπορεί να βοηθήσει στον εντοπισμό λίθων ή άλλων ανωμαλιών.
Συμπέρασμα:
Η διάγνωση της λιθίασης ουρητήρα βασίζεται σε μια σειρά διαγνωστικών εξετάσεων, όπως το ιατρικό ιστορικό, εργαστηριακές εξετάσεις και προηγμένες απεικονιστικές μεθόδους, όπως η αξονική τομογραφία και το υπερηχογράφημα. Η ακριβής διάγνωση είναι κρίσιμη για τη σωστή θεραπεία και την αποφυγή επιπλοκών, όπως η υδρονέφρωση ή η μόλυνση.
Θεραπεία της Λιθίασης Ουρητήρα
Η θεραπεία της λιθίασης ουρητήρα εξαρτάται από το μέγεθος, τη θέση και τον τύπο του λίθου, καθώς και από την κατάσταση της υγείας του ασθενούς. Οι μικροί λίθοι μπορεί να αποβληθούν από μόνοι τους, ενώ οι μεγαλύτεροι λίθοι ή οι λίθοι που προκαλούν απόφραξη και επιπλοκές μπορεί να χρειαστούν πιο επεμβατική αντιμετώπιση. Εδώ είναι οι κύριες θεραπευτικές επιλογές:
1. Συντηρητική Θεραπεία
Οι μικροί λίθοι (κάτω από 5 mm) συχνά αποβάλλονται με την πάροδο του χρόνου χωρίς την ανάγκη επεμβατικών μεθόδων. Η συντηρητική θεραπεία περιλαμβάνει:
- Επαρκής ενυδάτωση: Η κατανάλωση άφθονου νερού βοηθά στην αποβολή του λίθου, καθώς αυξάνει την παραγωγή ούρων. Συνήθως συνιστάται να πίνει ο ασθενής περίπου 2-3 λίτρα νερό την ημέρα.
- Αναλγητικά φάρμακα: Τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ΜΣΑΦ) όπως η ιβουπροφαίνη και η δικλοφενάκη μπορούν να βοηθήσουν στην ανακούφιση του πόνου. Σε σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να χορηγηθούν ισχυρότερα αναλγητικά.
- Αλφα-αναστολείς: Φάρμακα όπως η ταμσουλοσίνη μπορούν να χαλαρώσουν τους μύες του ουρητήρα, διευκολύνοντας την αποβολή του λίθου.
- Συνεχής παρακολούθηση: Ο ασθενής παρακολουθείται στενά με περιοδικές απεικονιστικές εξετάσεις για να διαπιστωθεί εάν ο λίθος αποβάλλεται και αν υπάρχει οποιαδήποτε επιδείνωση της κατάστασης.
2. Επεμβατικές Θεραπείες
Εάν ο λίθος είναι πολύ μεγάλος για να αποβληθεί με φυσικό τρόπο ή εάν προκαλεί απόφραξη, έντονο πόνο ή επιπλοκές όπως υδρονέφρωση ή μόλυνση, μπορεί να απαιτηθούν επεμβατικές μέθοδοι:
α. Εξωσωματική λιθοτριψία με κρουστικά κύματα (ESWL)
- Αυτή είναι μια μη επεμβατική θεραπεία που χρησιμοποιεί κρουστικά κύματα για να σπάσει τους λίθους σε μικρότερα κομμάτια, τα οποία μπορούν στη συνέχεια να αποβληθούν μέσω των ούρων. Το ESWL είναι αποτελεσματικό για λίθους μικρότερους από 2 cm, αλλά δεν είναι κατάλληλο για όλους τους τύπους λίθων ή θέσεις στον ουρητήρα.
β. Ενδοσκοπική λιθοτριψία (URS)
- Πρόκειται για μια ενδοσκοπική μέθοδο, όπου ένα λεπτό, εύκαμπτο όργανο (ουρητηροσκόπιο) εισάγεται μέσω της ουρήθρας και της κύστης για να φτάσει στον ουρητήρα. Ο λίθος μπορεί να αφαιρεθεί απευθείας ή να κατακερματιστεί σε μικρότερα κομμάτια με λέιζερ (laser lithotripsy). Αυτή η μέθοδος χρησιμοποιείται συνήθως για λίθους που δεν αποβάλλονται ή προκαλούν απόφραξη.
γ. Διαδερμική νεφρολιθοτριψία (PCNL)
- Χρησιμοποιείται για μεγαλύτερους ή πολύπλοκους λίθους. Ένα μικρό τομή στην πλάτη επιτρέπει την εισαγωγή ενός εργαλείου απευθείας στο νεφρό για να σπάσει και να αφαιρεθεί ο λίθος. Η PCNL χρησιμοποιείται κυρίως για μεγαλύτερους λίθους που δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με άλλες μεθόδους.
δ. Stent τοποθέτηση
- Ένας σωλήνας (ουρητηρικό stent) μπορεί να τοποθετηθεί προσωρινά για να διατηρήσει ανοικτό τον ουρητήρα, επιτρέποντας την παροχέτευση των ούρων και την ανακούφιση από την απόφραξη. Αυτό χρησιμοποιείται συχνά σε συνδυασμό με άλλες θεραπείες, όπως η λιθοτριψία, ή όταν υπάρχει κίνδυνος μόλυνσης ή βλάβης στον νεφρό.
3. Θεραπεία επιπλοκών
- Αντιβιοτικά: Εάν υπάρχει μόλυνση, χορηγούνται αντιβιοτικά για τη θεραπεία της λοίμωξης, ιδίως αν υπάρχει απόφραξη που μπορεί να επιδεινώσει τη μόλυνση.
- Αντιμετώπιση της υδρονέφρωσης: Εάν ο λίθος προκαλέσει σοβαρή απόφραξη και υδρονέφρωση (διάταση του νεφρού λόγω συσσώρευσης ούρων), μπορεί να απαιτηθεί επείγουσα αποσυμφόρηση μέσω ουρητηρικού stent ή νεφροστομίας (παροχέτευση μέσω τομής στο δέρμα).
4. Πρόληψη επανεμφάνισης λίθων
Μετά την επιτυχή θεραπεία, είναι σημαντικό να γίνουν προληπτικά μέτρα για να μειωθεί ο κίνδυνος σχηματισμού νέων λίθων. Αυτά περιλαμβάνουν:
- Αυξημένη πρόσληψη υγρών: Η κατανάλωση αρκετού νερού βοηθά στη μείωση της συγκέντρωσης των ουσιών που σχηματίζουν λίθους στα ούρα.
- Διατροφικές αλλαγές: Ανάλογα με τον τύπο των λίθων, μπορεί να χρειαστεί να περιοριστεί η πρόσληψη οξαλικών (π.χ. από σπανάκι, σοκολάτα), αλατιού ή ζωικών πρωτεϊνών.
- Φαρμακευτική αγωγή: Σε ορισμένες περιπτώσεις, συνταγογραφούνται φάρμακα για τη μείωση των επιπέδων ουρικού οξέος ή άλλων ουσιών που συμβάλλουν στη λιθίαση.
Συμπέρασμα:
Η θεραπεία της λιθίασης ουρητήρα εξαρτάται από το μέγεθος, τη θέση και τα συμπτώματα του λίθου. Οι μικροί λίθοι συχνά αποβάλλονται με συντηρητική θεραπεία, ενώ οι μεγαλύτεροι ή αυτοί που προκαλούν απόφραξη μπορεί να απαιτούν επεμβατικές θεραπείες, όπως λιθοτριψία ή ουρητηροσκόπηση. Η πρόληψη νέων λίθων είναι επίσης σημαντική για την αποφυγή μελλοντικών προβλημάτων.